Λέμε συχνά όταν αναφερόμαστε στην πολιτική ζωή της χώρας ότι απουσιάζει το οργανωμένο σχέδιο, ένα στρατηγικό πλαίσιο με  ξεκάθαρους στόχους που θα καθορίσουν τα τακτικά μέσα για την επίτευξή τους. Δυστυχώς, το ίδιο ισχύει και για τα κοινωνικά κινήματα στη χώρα. Η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς και κοινωνικής διεκδίκησης ενάντια στην TTIP, ενόψει των απεργιακών κινητοποιήσεων της Κυριακής (όπως συνέβη και στις πρόσφατες αγροτικές κινητοποιήσεις) το επιβεβαιώνει πανηγυρικά.

Αν και στα κεντρικά μηνύματα των απεργιακών κινητοποιήσεων θα γίνεται αναφορά στην κρίση, την ανεργία, τη φτωχοποίηση των κοινωνικών στρωμάτων και την ανισότητα, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα ενσωματωθεί οποιοδήποτε αίτημα προς την κυβέρνηση ενάντια στην TTIP. Κι όμως είναι δεδομένο ότι η υπογραφή της TTIP (και της CETA) θα κάνει ακριβώς αυτό: θα οδηγήσει σε περισσότερη ανεργία, φτώχεια και ανισότητα, λιγότερη δημοκρατία, ενώ θα υπονομεύσει το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία στο όνομα του εμπορίου και των επενδύσεων. Οι μεγαλύτερες πολυεθνικές επιχειρήσεις του πλανήτη και τα λόμπι τους αποκτούν άνευ προηγουμένου εξουσίες, αφού θα μπορούν να επηρεάζουν και να αλλάζουν τη νομοθεσία προς όφελός τους ή να μηνύουν σε ιδιωτικά δικαστήρια τις κυβερνήσεις που δεν συμμορφώνονται. Πιο συγκεκριμένα, ο αγροτικός τομέας της χώρα μας θα πληγεί ανεπανόρθωτα καθώς δεν υπάρχει καμία εγγύηση για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων αλλά και του δικαιώματος κάθε χώρας να αρνηθεί την καλλιέργεια μεταλλαγμένων.

Πολλά από τα μέλη της συγκυβέρνησης έχουν στο παρελθόν διαμηνύσει την αντίθεσή τους με την TTIP και τη CETA, το κάθε κόμμα για διαφορετικούς πιθανώς λόγους. Είναι όμως σαφές ότι η αντίθεση αυτή δεν έχει μετουσιωθεί έμπρακτα, ειδικά από το υπουργείο οικονομίας (αρμόδιο για θέματα εμπορίου και επενδύσεων) και σίγουρα όχι σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι επίσης σίγουρο ότι η κυβέρνηση δεν έχει νιώσει οποιαδήποτε κοινωνική ή πολιτική πίεση σχετικά.

Τώρα όμως υπάρχει μία άνευ προηγουμένου ευκαιρία. Η διαρροή των μυστικών κειμένων της TTIP από το ολλανδικό γραφείο της Greenpeace, προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις ενάντια στη συμφωνία από πληθώρα πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών φορέων στην Ευρώπη, ενώ οι πρώτοι τριγμοί έχουν εμφανιστεί σε ευρωπαϊκό πολιτικό επίπεδο με τη Γαλλία και την Αυστρία να δηλώνουν την αντίθεσή τους στη συμφωνία.

Οι κινητοποιήσεις της 8ης Μαΐου, όπως και πολλές κινητοποιήσεις που έχουν προηγηθεί, θα έρθουν πολύ αργά για να αποτρέψουν την επιδείνωση της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών. Περισσότερο μοιάζει με μία αντίδραση που επισφραγίζει κάτι σχεδόν τετελεσμένο, σαν μία απαραίτητη τακτική σε μία στρατηγική που απουσιάζει, ο αυτοσκοπός και όχι το μέσο για την επίτευξη του στόχου.

Για την TTIP και τη CETA όμως δεν είναι πολύ αργά. Για την ακρίβεια, τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να πάρει η κυβέρνηση το μήνυμα: ότι έχει ηθικό χρέος και πολιτική υποχρέωση να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των πολιτών και όχι των επιχειρηματικών λόμπι.

Στις 13 Μαΐου συζητείται σε επίπεδο Ευρωπαίων υπουργών εμπορίου η TTIP και η CETA για πρώτη φορά μετά τη διαρροή των κειμένων. Είναι μία στρατηγική στιγμή για να καταφέρουμε το επόμενο, μετά τη διαρροή, χτύπημα στις συμφωνίες, αν περισσότεροι υπουργοί και όχι μόνο ο Γάλλος και ο Αυστριακός δηλώσουν την αντίθεσή τους. Θα χρειαστεί όμως να το διεκδικήσουμε όλοι από τη δική μας πολιτική ηγεσία τώρα, αυτή τη χρονική στιγμή, που υπάρχει πραγματικό στρατηγικό πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών και ιστορική ευκαιρία. Γιατί αν κερδίσουμε αυτή τη μάχη, θα μπορούμε να ανησυχούμε για μία κοινωνική απειλή λιγότερη...