Η Greenpeace παρουσίασε σε συνέντευξη τύπου σχετική έκθεση με τίτλο "Το τέλος του λιγνίτη και το πέρασμα σε μια νέα ενεργειακή εποχή",
στην οποία καταγράφονται αναλυτικά οι περιβαλλοντικές και κοινωνικές
επιπτώσεις λόγω της εξάρτησης της χώρας από το λιγνίτη. Η Greenpeace
καλεί την ελληνική κυβέρνηση να σταματήσει την πριμοδότηση του
ρυπογόνου λιγνίτη και να καταρτίσει ένα βιώσιμο ενεργειακό σχέδιο για
τη σταδιακή απεξάρτηση από το καύσιμο αυτό και τη στροφή στις καθαρές
πηγές ενέργειας. Παράλληλα, προειδοποιεί τους ενεργειακούς ομίλους που
ενδιαφέρονται να επενδύσουν στη λιγνιτοπαραγωγή να μην εμπλακούν σε μια
μακροχρόνια περιπέτεια που θα καταστήσει τις εταιρίες τους και τη χώρα
δέσμιους της πιο ρυπογόνας ενεργειακής τεχνολογίας.
"Η
χρήση του λιγνίτη από τη ΔΕΗ ευθύνεται για τις εκπομπές 43 εκατ. τόνων
διοξειδίου του άνθρακα ετησίως. Η κατασκευή νέων λιγνιτικών σταθμών και
από άλλες ιδιωτικές εταιρίες παραγωγής ενέργειας θα επιδεινώσει την ήδη
αρνητική κατάσταση", τόνισε ο Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος της εκστρατείας της Greenpeace για τις κλιματικές αλλαγές και την ενέργεια.
Η
ελληνική κυβέρνηση, ανατρέποντας την πάγια πολιτική των τελευταίων
ετών, αποφάσισε να ανοίξει τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το
λιγνίτη και στους ιδιώτες, προκηρύσσοντας διαγωνισμό για την
εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων της Βεύης στη Δυτική Μακεδονία.
Για τη συνέχεια αναμένεται η προκήρυξη αντίστοιχων διαγωνισμών και για
άλλα κοιτάσματα στην Ελασσόνα και τη Δράμα.
Το
πρόβλημα προφανώς δεν είναι (ή δεν πρέπει να είναι) το ιδιοκτησιακό, το
αν δηλαδή οι νέοι σταθμοί θα ανήκουν στη ΔΕΗ (η οποία ας μην ξεχνάμε
ότι είναι πλέον Ανώνυμη Εταιρία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο) ή σε
κάποιους άλλους ιδιώτες επενδυτές. Το πρόβλημα είναι ότι ανοίγει ο
δρόμος για περαιτέρω εκμετάλλευση του πλέον ρυπογόνου καυσίμου, την ώρα
που η χώρα:
Τον
Αύγουστο του 2006, ο φόρος για το λιγνίτη καθορίστηκε με το νόμο
3483/2006 στα 0,3 €/GJ (περίπου 1,5 € τον τόνο), ποσό που μεταφράζεται
σε επιβάρυνση περίπου 0,3 λεπτά ανά παραγόμενη κιλοβατώρα, ποσό σχεδόν
ασήμαντο, αλλά συμβολικά ισχυρό. Πριν όμως στεγνώσει το μελάνι στο
φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως όπου τυπώθηκε ο εν λόγω νόμος, η
κυβέρνηση φέρεται να ετοιμάζει τροπολογία για την απαλλαγή του λιγνίτη
από το φόρο αυτό, θέλοντας στην ουσία να απαλλάξει τη ΔΕΗ από
επιβάρυνση 105 εκατ. ευρώ ετησίως, αλλά και τους επίδοξους μνηστήρες
της Βεύης από μία επιβάρυνση που θα έκανε λιγότερο ελκυστική τη
μελλοντική επένδυσή τους.
Οι
λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ ευθύνονται για την έκλυση 43 εκατομμυρίων
τόνων διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα κάθε χρόνο, δηλαδή
ποσοστό 80% περίπου του συνόλου των εκπομπών από τον τομέα της
ηλεκτροπαραγωγής ή αντίστοιχα 40% των συνολικών εκπομπών CO2 της χώρας.
Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αποσταθεροποιούν το κλίμα της Γης
και γι’ αυτό γίνεται προσπάθεια περιορισμού τους στο πλαίσιο του
Πρωτοκόλλου του Κιότο, το οποίο περιφρονεί προκλητικά η χώρα μας μη
σεβόμενη τις διεθνείς υποχρεώσεις της.
Οι
λιγνιτικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής εκλύουν επίσης στην ατμόσφαιρα
χιλιάδες τόνους επικίνδυνων ρύπων, συμβάλλοντας σημαντικά στην
επιδείνωση της υγείας των κατοίκων των γύρω περιοχών αλλά και των
εργαζομένων σ’ αυτούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα επίπεδα των
επικίνδυνων μικροσωματιδίων στις περιοχές των λιγνιτικών σταθμών
ξεπερνούν τα επίσημα όρια σχεδόν κάθε στιγμή της ημέρας. Πρόσφατη
μελέτη που έγινε σε 3.559 παιδιά ηλικίας 9-12 ετών στην περιφέρεια της
Δυτικής Μακεδονίας, έδειξε, πέραν πάσης αμφιβολίας, τις βλαβερές
συνέπειες της έκθεσης σε ρύπους που σχετίζονται με τους λιγνιτικούς
σταθμούς. Οι υψηλότερες συχνότητες ρινίτιδας και βρογχίτιδας
παρατηρήθηκαν στην Πτολεμαΐδα, με την Κοζάνη και τη Φλώρινα να
βρίσκονται πολύ κοντά.
"Η
εξοικονόμηση ενέργειας πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα του
ενεργειακού σχεδιασμού και αποτελεί τη μόνη ρεαλιστική, αξιόπιστη και
οικονομικά εφικτή λύση", τόνισε ο Δημήτρης Ιμπραήμ. "Μαζί με την
ορθολογική χρήση της ενέργειας, το κενό μπορούν να καλύψουν οι
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), με αιχμή τα αιολικά και σημαντική
συμβολή από τα φωτοβολταϊκά, τους ηλιοθερμικούς σταθμούς
ηλεκτροπαραγωγής, τη βιομάζα, τη γεωθερμία και τα μικρά υδροηλεκτρικά.
Η ίδια η εθνική νομοθεσία προβλέπει κάλυψη των αναγκών σε ηλεκτρική
ενέργεια από ΑΠΕ σε ποσοστό 20,1% ως το 2010 και 29% ως το 2020.
Επιπλέον, οι καθαρές πηγές ενέργειας δημιουργούν περισσότερες θέσεις
εργασίας από τον λιγνίτη, τόσο ανά μονάδα εγκατεστημένης ισχύος όσο και
ανά μονάδα ενέργειας. Η χώρα χρειάζεται επιτέλους ένα μακροχρόνιο
ενεργειακό σχεδιασμό που δεν θα υποθηκεύει το μέλλον των επόμενων
γενεών, αλλά θα ανοίγει το δρόμο στην εποχή της καθαρής ενέργειας".
H Greenpeace καλεί την κυβέρνηση: