Ανοιχτή Επιστολή - H προστασία του περιβάλλοντος είναι το απαραίτητο πρώτο βήμα για την ανάπτυξη μιας χώρας

νέο - 9 Μαρτίου, 2015
Προς: Υπουργό Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, κύριο Παναγιώτη Λαφαζάνη Αναπληρωτή Υπουργό Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, κύριο Γιάννη Τσιρώνη Υπουργό Οικονομίας, κύριο Γιώργο Σταθάκη

Κοινοποίηση:  Υπουργό Οικονομικών, κύριο Γιάνη Βαρουφάκη
                        Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, κύριο Ιωάννη Δραγασάκη
                        Γραφείο Πρωθυπουργού

Θέμα: Ανοικτή Επιστολή - Λύσεις και προτάσεις για την αναβίωση της ελληνικής οικονομίας

Αξιότιμοι κύριοι υπουργοί,

Η προστασία του περιβάλλοντος μπορεί και πρέπει να αποτελέσει μοχλό εξόδου από την κοινωνική και οικονομική κρίση, στην οποία είναι βυθισμένη η χώρα. Οι λύσεις που προσφέρει δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, ενώ παράλληλα μειώνουν τις εκροές συναλλάγματος και την εξάρτηση από ντόπια και ξένα ολιγοπώλια. Τα αντίστοιχα περιβαλλοντικά οφέλη είναι πολλαπλά και τεράστιας σημασίας για το παρόν και το μέλλον της χώρας, ωστόσο το κείμενο που ακολουθεί θα επικεντρωθεί περισσότερο στα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη.

Αντί μακροσκελών θεωρητικών τοποθετήσεων, επιλέγουμε να παραθέσουμε συγκεκριμένα παραδείγματα για τα οποία έχουμε μακρόχρονη εμπειρία και τα οποία είναι άμεσα εφαρμόσιμα. Δίνουμε έμφαση σε τρεις τομείς: παραγωγή και κατανάλωση Ενέργειας, Αγροτική παραγωγή και Διατροφή, Αλιεία και προστασία της Θάλασσας. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι τρεις τομείς που εξετάζονται, αποτελούν έως τώρα προνομιακό πεδίο ολιγοπωλίων, τα οποία καταπατούν κάθε έννοια υγιούς και βιώσιμης επένδυσης εξαιτίας κοντόφθαλμων συμφερόντων.

Είμαστε στη διάθεσή σας για περαιτέρω ανάλυση και επεξεργασία τους. Στη διάθεσή σας είναι επίσης και όλο το σχετικό υποστηρικτικό υλικό από τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες της  Greenpeace.

1. Ενέργεια

Το ενεργειακό μοντέλο της Ελλάδας στηρίζεται σε τρία σαθρά πόδια. Το πρώτο είναι η εξάρτηση από τον εγχώριο λιγνίτη, ο οποίος ευθύνεται για περίπου το 40% των εθνικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Επιπλέον, η καύση λιγνίτη συνδέεται με σοβαρά, τοπικά προβλήματα. Στην Ελλάδα, η καύση λιγνίτη ευθύνεται για περισσότερους από 1.200 πρόωρους θανάτους και την απώλεια 260.000 εργατοημερών ετησίως, επιβαρύνοντας σημαντικά τα ασφαλιστικά ταμεία και το εθνικό σύστημα υγείας. Οι γερασμένες λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ συγκαταλέγονται ανάμεσα στις πιο βρώμικες της Ευρώπης, όχι μόνο εξαιτίας της παλαιότητάς τους, αλλά και λόγω της εξαιρετικά χαμηλής ποιότητας του εγχώριου λιγνίτη. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, η επιβάρυνση της δημόσιας υγείας και η καταστροφή του περιβάλλοντος που προκάλεσε ο λιγνίτης την περίοδο 2008 – 2012, κόστισε έως 19 δις ευρώ. Η κατασκευή μιας νέας μονάδας - όπως η Πτολεμαΐδα 5 - θα ευθύνεται για τον πρόωρο θάνατο περισσότερων από 100 ανθρώπων κάθε χρόνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ρύπανση από την Πτολεμαΐδα 5 θα ήταν τόσο υψηλή, που θα χρειαζόταν φωτογραφική εξαίρεση στην ευρωπαϊκή νομοθεσία για την αέρια ρύπανση των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, ώστε να  επιτραπεί η λειτουργία της, εξαίρεση για την οποία εργάζεται πυρετωδώς η ΔΕΗ, σε συνεργασία με την προηγούμενη κυβέρνηση. Δεν υπάρχει υγιώς σκεπτόμενη επιχείρηση που θα επένδυε στον λιγνίτη, αν έπρεπε να πληρώσει το πλήρες κόστος του.

Το δεύτερο είναι η εισαγωγή πετρελαίου για την ηλεκτροδότηση της πλειονότητας των νησιών. Σήμερα η εξάρτηση των νησιών από το πετρέλαιο κοστίζει σε όλους τους πολίτες της Ελλάδας (κυρίως στα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις) περίπου 800 εκατ. € κάθε χρόνο μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ (ΥΚΩ). Το ποσό αυτό αυξάνει συνεχώς, καθώς δεν έχει εφαρμοστεί ποτέ κάποιο σοβαρό πρόγραμμα επενδύσεων εξοικονόμησης ενέργειας στα νησιά, τα οποία έχουν ανεξάντλητο αιολικό και ηλιακό δυναμικό και – σε κάποιες περιπτώσεις - σημαντικά γεωθερμικά πεδία. Στη Ρόδο βλέπουμε σε εξέλιξη ένα από τα πιο θλιβερά παραδείγματα αυτού του παραλογισμού, της απουσίας ενεργειακής στρατηγικής, της εξάρτησης από εισαγόμενα καύσιμα και της υποβάθμισης περιοχών με σημαντική περιβαλλοντική και τουριστική αξία. Η ΔΕΗ, με την υποστήριξη της προηγούμενης κυβέρνησης, ετοιμάζεται να ξοδέψει 180 εκατ. ευρώ για την κατασκευή νέας μονάδας μαζούτ σε μία από τις πιο όμορφες περιοχές του νησιού. Σύμφωνα με στοιχεία της Greenpeace, τα 180 εκατ. ευρώ της νέας μονάδας μπορούν να επενδυθούν από την ίδια τη ΔΕΗ σε φωτοβολταϊκά με αποθήκευση ενέργειας βοηθώντας 17.000 νοικοκυριά στη Ρόδο να μειώσουν το κόστος ρεύματος και απαλλάσσοντας κατά 13 εκατ. ευρώ ετησίως τους Έλληνες καταναλωτές από τις επιδοτήσεις πετρελαίου. Ήδη η καύση πετρελαίου για ηλεκτροπαραγωγή στη Ρόδο κοστίζει περισσότερο από 120 εκατ. ευρώ ετησίως στους καταναλωτές όλης της Ελλάδας. Αν, αντί για επενδύσεις που μειώνουν την κατανάλωση πετρελαίου, ολοκληρωθεί η κατασκευή και της νέας μονάδας, η ηλεκτροδότηση της Ρόδου θα κοστίσει στους καταναλωτές μέσα στα επόμενα 10 χρόνια περίπου 1,5 δις ευρώ.

Το τρίτο είναι η απουσία μέτρων για την εξοικονόμηση ενέργειας. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., σχεδόν 3.000.000 κτίρια στερούνται στοιχειωδών ενεργειακών προδιαγραφών (μόνωση), ενώ η ενεργειακή φτώχεια βρίσκεται σε πρωτοφανή ύψη. Το ενεργειακό κόστος πλήττει βάναυσα όχι μόνο την βιομηχανία της χώρας, αλλά πρωτίστως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες χρειάζονται μέτρα στήριξης προς την κατεύθυνση της αύξησης της ενεργειακής αποδοτικότητας και όχι των αναποτελεσματικών επιδοτήσεων. Αντίστοιχα, η αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας του εξαιρετικά ενεργοβόρου τουριστικού κλάδου, θα συμβάλει αποφασιστικά στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής οικονομίας και τη μείωση του ενεργειακού κόστος που επιβαρύνει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.

Οι αποφάσεις της ελληνικής κυβέρνησης οφείλουν να προχωρήσουν πέρα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ΔΕΗ και τα απαραίτητα, αλλά προσωρινά, μέτρα ανακούφισης των πιο αδύναμων συμπολιτών μας. Η εμμονή στον λιγνίτη και το πετρέλαιο έχει τεράστιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές και δισεκατομμύρια ευρώ, προκαλεί καταστροφικές κλιματικές αλλαγές και υποβαθμίζει περιοχές μεγάλης σημασίας για το περιβάλλον και τον τουρισμό. Η ελληνική κοινωνία και οικονομία χρειάζονται υγιή επενδυτικά σχέδια στον τομέα της ενέργειας και αυτά βρίσκονται αποκλειστικά και μόνο στην επιθετική ανάπτυξη των ΑΠΕ, τη διασύνδεση των νησιών με το ηπειρωτικό δίκτυο και την εξοικονόμηση ενέργειας. 

Με αυτά τα δεδομένα, κρίνουμε απαραίτητα τα εξής βήματα:

  • Εφαρμογή προγράμματος ενεργειακής αναβάθμισης τουλάχιστον 1 εκατ. κτιρίων σε ορίζοντα δεκαετίας, ώστε να μειωθούν δραστικά οι απώλειες ενέργειας, και να επανεκκινηθεί ο αδρανής κατασκευαστικός κλάδος με βιώσιμο τρόπο. Αντίστοιχο πρόγραμμα μπορεί να εξειδικευθεί σε στρατηγικούς τομείς, όπως οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και ο ιδιαίτερα ενεργοβόρος τουριστικός κλάδος, με ειδικότερα μέτρα και δεσμεύσεις για την αυτοπαραγωγή.
  • Προώθηση της αυτοπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στα κτίρια χωρίς αναίτιους περιορισμούς και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις.
  • Απεξάρτηση των νησιών από το πετρέλαιο και πλήρης διασύνδεση όλων των νησιών του Αιγαίου μέσα στην επόμενη δεκαετία.
  • Ακύρωση σχεδίων για νέες λιγνιτικές μονάδες και δημιουργία χρονοδιαγράμματος για την οριστική απεξάρτηση από το λιγνίτη, το αργότερο ως τη δεκαετία του 2030. Μέρος αυτής της διαδικασίας θα είναι η εκπόνηση αναπτυξιακού προγράμματος για την ομαλή μετάβαση των τοπικών κοινωνιών σε Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη στη μετά-λιγνιτική εποχή.
  • Ακύρωση σχεδίων για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων που κρύβουν τεράστιους οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους για τη χώρα.
  • Ανάληψη διπλωματικής δράσης για την αναβάθμιση των ευρωπαϊκών κλιματικών στόχων έως το 2030 ενόψει της κρίσιμης διάσκεψης του Παρισιού.

2. Αγροτική παραγωγή και Διατροφή

Όπως  ακριβώς συμβαίνει και στον ενεργειακό τομέα, η απουσία στρατηγικού σχεδιασμού με κατεύθυνση την παραγωγική και οικολογική ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα, έχει κοστίσει σημαντικά στην ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., στην Ελλάδα υπάρχουν περισσότερες από 500.000 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης στην αγροτική παραγωγή. Στη πλειονότητά τους, τα ελληνικά αγροτεμάχια είναι μέχρι 50 στρέμματα, γεγονός που θεωρητικά ευνοεί την αποκεντρωμένη απασχόληση, αλλά και την ποικιλία αγροτικών προϊόντων. Η πραγματικότητα ωστόσο μας διαψεύδει. Οι Έλληνες παραγωγοί εξαρτώνται όλο και περισσότερο από πολυεθνικές εταιρείες αγροτεχνολογίας, για το σύνολο των αναγκών τους– από τον σπόρο μέχρι το φυτοφάρμακο. Ντόπιες, ελληνικές ποικιλίες εξαφανίζονται και αντικαθίστανται από υβρίδια μαζικής παραγωγής, ενώ η χρήση των φυτοφαρμάκων (νόμιμων και παράνομων) ξεπερνά κάθε λογική. Μάλιστα, οι προηγούμενες ηγεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης έκαναν ευρύτατη και αλόγιστη χρήση εξαιρέσεων ώστε να εισέρχονται στην αγορά απαγορευμένα φυτοφάρμακα. Τέλος, η Ελλάδα καταλήγει να εισάγει προϊόντα τα οποία θα μπορούσαν κάλλιστα να καλλιεργούνται εγχώρια.

Ένα τέτοιο παράδειγμα δεκαετιών αποτυχημένης και ζημιογόνου πολιτικής είναι η παραγωγή ζωοτροφών. Παρόλο που η χώρα μας μπορεί να παράγει ποιοτικές και ασφαλείς πρώτες ύλες για ζωοτροφές, η παραγωγή ζωοτροφής στηρίζεται σε εισαγωγές πρώτων υλών της τάξης των 500 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. Μάλιστα οι εισαγωγές αφορούν κυρίως στη σόγια, η οποία είναι συχνά μεταλλαγμένη. Στον αντίποδα αυτής της επιζήμιας πρακτικής υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία ελληνικών ψυχανθών, πρωτεϊνούχων φυτών (ρεβίθι, κουκί, λούπινο, μπιζέλι), τα οποία μπορούν να υποκαταστήσουν τη σόγια στις ζωοτροφές. Είναι ιδανικά για το έδαφος και τις κλιματικές συνθήκες της Ελλάδας και απαιτούν ελάχιστο πότισμα και χρήση ειδών φυτοπροστασίας για να αναπτυχθούν, εξοικονομώντας έτσι χρήματα, νερό και ενέργεια. Η χρήση τους στην κτηνοτροφία μπορεί να δώσει ποιοτικά προϊόντα στον καταναλωτή και να τονώσει άμεσα την απασχόληση στην περιφέρεια, ενώ θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ζωικών προϊόντων. Αξίζει να σημειωθεί ότι η επένδυση σε ντόπια ψυχανθή είναι ήδη δοκιμασμένη με επιτυχία. Υπάρχει πληροφορία, τεχνογνωσία και εξαιρετικό ενδιαφέρον από τους Έλληνες καλλιεργητές και καταναλωτές αλλά απουσιάζει -μέχρι στιγμής- η πολιτική βούληση. 

Οι αποφάσεις της κυβέρνησης οφείλουν να ξεπεράσουν τα τετριμμένα περί ευρωπαϊκών επιδοτήσεων (στις οποίες, παρεμπιπτόντως είμαστε η 7η χώρα στην Ευρώπη των 27 και μας προσπερνούν μόνο χώρες με κολοσσιαία παραγωγή όπως η Γερμανία και η Γαλλία). Με δεδομένο ότι, σύμφωνα με τα επίσημα ευρωπαϊκά στοιχεία, το κόστος των εισροών έχει αυξηθεί και η αξία των τελικών προϊόντων έχει κατακρημνιστεί, είναι προφανές ότι η Ελλάδα πρέπει να επανασχεδιάσει την αγροτική της παραγωγή με  γνώμονα την καινοτομία και τη βιωσιμότητα. Απαιτείται επειγόντως μια πολιτική κατεύθυνση που σέβεται τον μόχθο των αγροτών, την υγεία και διατροφική ασφάλεια των καταναλωτών, αναβαθμίζει και αναδεικνύει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ποιοτικών προϊόντων.

Με αυτά τα δεδομένα, κρίνουμε απαραίτητα τα εξής βήματα:

  • προώθηση κινήτρων για την καλλιέργεια κτηνοτροφικών φυτών με βιώσιμες γεωργικές πρακτικές. Κίνητρα προς τις εταιρίες ζωικών προϊόντων για να στηρίξουν αυτή την προσπάθεια για κάλυψη των αναγκών τους σε ζωοτροφή από ντόπιες καλλιέργειες.
  • ενίσχυση της σχετικής σποροπαραγωγής ώστε να αποφύγουμε τον έλεγχο της αγοράς από τις συνήθεις ολιγαρχίες.
  • προώθηση ορθών γεωργικών πρακτικών σε μεγάλη κλίμακα, με στόχο τη μείωση του κόστους των εισροών, αλλά και την κατακόρυφη αύξηση της ποιότητας και ανταγωνιστικότητας των προϊόντων. Τέτοιες πρακτικές αφορούν στην αμειψισπορά, στην ορθολογική χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων και στην προστασία των υδάτινων πόρων.

3. Αλιεία και προστασία της θάλασσας

Η αλιεία στην Ευρώπη, και κατά συνέπεια στη χώρα μας, διανύει σήμερα μία βαθιά περιβαλλοντική, οικονομική και κατ΄ επέκταση κοινωνική κρίση, η οποία επηρεάζει χιλιάδες συνανθρώπους μας που έχουν συνδέσει τη ζωή τους με τη θάλασσα. Οι μικροί παράκτιοι ψαράδες βρίσκονται σε απόγνωση από ένα μη βιώσιμο καθεστώς, το οποίο ευνοεί τους λίγους και ισχυρούς, διακυβεύοντας το μέλλον του επαγγέλματός τους, το οποίο δείχνει δυσοίωνο.

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), περίπου το 90% των παγκόσμιων ιχθυαποθεμάτων είτε είναι πλήρως εκμεταλλευόμενο (61,3%) ή υπεραλιευμένο (28,8%), ενώ στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα η ανεξέλεγκτη υπεραλίευση επηρεάζει τουλάχιστον το 91% των αξιολογημένων αποθεμάτων.

Ο FAO και η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμούν ότι η υπεραλίευση κοστίζει στην παγκόσμια οικονομία τουλάχιστον 40 δις € ετησίως σε απώλεια εσόδων. Ο FAO τονίζει ότι η ανάκτηση των αποθεμάτων θα μπορούσε να αυξήσει την παραγωγή κατά 16,5 εκατομμύρια τόνους και τα ετήσια έσοδα κατά 25,6 δις  €.

Εν ολίγοις, η υπεραλίευση είναι μη βιώσιμη και αντιοικονομική και στην Ελλάδα έρχεται όχι μόνο να επιβαρύνει μια ήδη δύσκολη κατάσταση για πολλούς συμπολίτες μας, λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά και να εκμηδενίσει οποιαδήποτε πιθανότητα εξόδου από αυτή στο μέλλον.

Ήδη από το 2012, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβλεπε ότι στα επόμενα 10 χρόνια το 60% των αλιέων θα χάσει την εργασία του, με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις να παρατηρούνται στον τομέα της παράκτιας αλιείας. Η αλιευτική παραγωγή στην Ελλάδα έχει μειωθεί κατά 50% τα τελευταία 15 χρόνια, καθώς το 65-70% των ελληνικών εμπορικών ψαριών υπεραλιεύεται. Κάθε χρόνο μόνο από τις μηχανότρατες τα ψάρια που πετιούνται πίσω στη θάλασσα νεκρά, ξεπερνούν τις 15.000 τόνους. Πρόκειται για τεράστια σπατάλη, αν αναλογιστούμε ότι για κάθε ψάρι που τρώμε υπάρχει άλλο ένα, το οποίο δεν φτάνει ποτέ στην αγορά. Στη χώρα μας, εν μέσω κρίσης, η πολιτική ηγεσία έχει αδιαφορήσει παντελώς για τον τομέα της Αλιείας, ένα δυνητικά παραγωγικό κλάδο ο οποίος θα μπορούσε να έχει αναπτυξιακή διάσταση και εξέλιξη με βιώσιμο τρόπο, στηρίζοντας οικονομικά ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας μας, ειδικά σε απομακρυσμένες και νησιωτικές περιοχές.

Με αυτά τα δεδομένα, κρίνουμε απαραίτητα τα εξής βήματα:

  • δημιουργία θαλάσσιου καταφυγίου στις Βόρειες Κυκλάδες με πρώτο βήμα την παύση της καταστροφικής μέσης αλιείας (μηχανότρατες και γρι-γρι) στην περιοχή.
  • ενδυνάμωση των παράκτιων ψαράδων που δεσμεύονται σε βασικές αρχές βιώσιμης αλιείας και πρόσβαση κατά προτεραιότητα στις αλιευτικές ευκαιρίες.
  • ενίσχυση της πρόσβασης των παράκτιων αλιέων στην αγορά.
  • κατάργηση των χαριστικών διατάξεων που παρατείνουν το χρόνο ζωής καταστροφικών αλιευτικών εργαλείων.
  • ανάκληση της υπουργικής απόφασης 10245-5-1-2015 που επανέφερε τη βιντζότρατα στην ενεργό δράση για «ερευνητικούς» λόγους. Η συγκεκριμένη απόφαση όχι μόνο παραβιάζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά αψηφά χιλιάδες παράκτιους ψαράδες που εναντιώνονται σε αυτή την πρακτική, θέτοντας ταυτόχρονα σε κίνδυνο το θαλάσσιο περιβάλλον.
  • προσαρμογή του στόλου και της αλιευτικής του ικανότητας σε βιώσιμα επίπεδα.
  • συλλογή επαρκών επιστημονικών στοιχείων για την κατάσταση των ελληνικών θαλασσών και των αλιευτικών αποθεμάτων. Σύμφωνα με το νέο Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας (ΤΘΑ), το ποσοστό συγχρηματοδότησης για τη συλλογή δεδομένων είναι 90%.

Με εκτίμηση,

Νίκος Χαραλαμπίδης

Γενικός Διευθυντής

Ελληνικό Γραφείο της Greenpeace


 

Σχετικοί σύνδεσμοι

Ενέργεια

http://www.greenpeace.org/greece/el/news/2013/iounios/lignitis-xiliades-zoes-xamenes/

http://www.eea.europa.eu/publications/costs-of-air-pollution-2008-2012

http://www.greenpeace.org/greece/Global/greece/image/2014/climate/Rainbow%20Warrior/aftoparagogi/Case_Study_Rhodes.pdf

http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE/BUCKET/A1602/PressReleases/A1602_SAM05_DT_DC_00_2011_02_F_GR.pdf

Γεωργία και Διατροφή

http://ec.europa.eu/agriculture/statistics/factsheets/pdf/eu_en.pdf

http://ec.europa.eu/agriculture/statistics/factsheets/pdf/el_en.pdf

Αλιεία και προστασία της θάλασσας

Food and Agriculture Organisation (FAO, 2014) The State of World Fisheries and Aquaculture 2014. Rome. 223pp. http://www.fao.org/3/a-i3720e.pdf

World Bank & FAO (2009) The Sunken Billions: The Economic Justification for Fisheries Reform http://siteresources.worldbank.org/EXTARD/Resources/336681-1224775570533/SunkenBillionsFinal.pdf

http://assets.ocean2012.eu/publication_documents/documents/168/original/20111013-Declaration-quality-counts-EL.pdf

 

 

 

 

Κατηγορίες