Η πιο δημοφιλής απάντηση σε παγκόσμια έρευνα ήταν ότι αυτοί που πρέπει να πληρώσουν για αυτές είναι οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων 

'Oily Money Out' - Activists outside Major Oil Conference in London. © Chris J Ratcliffe / Greenpeace

H έρευνα δείχνει πώς η φορολόγηση των πλουσίων εταιρειών-ρυπαντών, όπως η Exxon, η Chevron, η Shell, η Total, η Equinor και η Eni, είναι μια κυρίαρχη λύση για τους πολίτες, πέρα από σύνορα και εισοδηματικές διαφοροποιήσεις © Chris J Ratcliffe / Greenpeace

Το να πληρώσει η βιομηχανία πετρελαίου και αερίου για τις επιπτώσεις και τις καταστροφές της κλιματικής κρίσης κατατάσσεται ως η προτιμώμενη επιλογή νομοθεσίας, σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη σε οκτώ χώρες σε πέντε ηπείρους από την εταιρεία στρατηγικών αναλύσεων Opinium[1]. Η έρευνα, η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό της διεθνούς Greenpeace, διενήργησε δημοσκόπηση σε 8.000 άτομα στην Αυστραλία, την Αργεντινή, τη Γαλλία, το Μαρόκο, τις Φιλιππίνες, τη Νότια Αφρική, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, και δημοσιεύεται τη στιγμή που η οργάνωση εντείνει τις ενέργειές της για να νικήσει την προσπάθεια των πετρελαϊκών να φιμώσουν την αντίσταση στην καταστροφή που προκαλούν. 

Αυτή η έρευνα δείχνει πώς η φορολόγηση των πλουσίων εταιρειών-ρυπαντών, όπως η Exxon, η Chevron, η Shell, η Total, η Equinor και η Eni, είναι μια κυρίαρχη λύση για τους πολίτες, πέρα από σύνορα και εισοδηματικές διαφοροποιήσεις. Καθώς οι κυβερνήσεις συζητούν για το πώς θα χρηματοδοτήσουν την κλιματική δράση, μπορούν να είναι σίγουρες ότι το να βάλουν τους ρυπαντές να πληρώσουν δεν είναι μόνο δίκαιο, αλλά και πολύ πιο δημοφιλές και αποτελεσματικό από το να επιβαρύνουν τους απλούς πολίτες για μια κρίση για την οποία φέρουν μικρή ή καθόλου ευθύνη.

Μερικά από τα κύρια ευρήματα της έρευνας:

Ομοφωνία σχετικά με την ευθύνη των εταιρειών ορυκτών καυσίμων στην κλιματική κρίση

  • Στην ερώτηση σχετικά με το ποιος πρέπει να φέρει τη μεγαλύτερη ευθύνη για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η πιο δημοφιλής επιλογή και στις οκτώ χώρες της έρευνας ήταν να πληρώσουν οι εταιρείες πετρελαίου και αερίου, ενώ οι χώρες με υψηλές εκπομπές και οι παγκόσμιες ελίτ κατατάχθηκαν στη δεύτερη και τρίτη θέση.
  • Το 60% όλων των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα θεωρεί ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ των κερδών της βιομηχανίας πετρελαίου και αερίου και της αύξησης των τιμών της ενέργειας.
Protest for Protection of the Wadden Sea at the Lower Saxony State Parliament. © Rainer Jensen / Greenpeace
Η έρευνα αποκαλύπτει ότι το 80% των ερωτηθέντων ανησυχεί για την κλιματική κρίση. Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών ανησυχεί ότι θα βλάψει τους ίδιους προσωπικά και μια ακόμη μεγαλύτερη πλειοψηφία ανησυχεί ότι θα βλάψει τις επόμενες γενιές. © Rainer Jensen / Greenpeace

Αγανάκτηση προς τις εταιρείες ορυκτών καυσίμων

Η έρευνα διαπιστώνει ότι η πλειοψηφία των πολιτών στις χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα είναι θυμωμένη για τα εξής:

  • Το γεγονός ότι οι διευθύνοντες σύμβουλοι των εταιρειών πετρελαίου και αερίου παίρνουν τεράστια μπόνους ενώ ταυτόχρονα οι επιχειρηματικές τους αποφάσεις επιδεινώνουν την κλιματική κρίση (73%).
  • Τους κινδύνους και τις επιπτώσεις στην υγεία και την ευημερία, τη ρύπανση και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προέρχονται από την εξόρυξη πετρελαίου ή αερίου (71%), καθώς και για τη συνεχή επέκταση νέων κοιτασμάτων πετρελαίου και αερίου παρά τις σαφείς αποδείξεις ότι αυτό επιδεινώνει την κλιματική αλλαγή (66%).
  • Την παραπληροφόρηση σχετικά με την κλιματική κρίση σε μια προσπάθεια να καθυστερήσει η δράση για το κλίμα, αλλά και η συνεχής άσκηση πίεσης και επιρροής από τις εταιρείες σε πολιτικούς και νομοθέτες (67%).
  • Τον ιστορικό και συνεχιζόμενο ρόλο των εταιρειών αυτών σε συγκρούσεις, πολέμους και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων (66%).

Παγκόσμια ανησυχία για την κλιματική κρίση: χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου

Η έρευνα αποκαλύπτει ότι το 80% των ερωτηθέντων ανησυχεί για την κλιματική κρίση. Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών ανησυχεί ότι θα βλάψει τους ίδιους προσωπικά και μια ακόμη μεγαλύτερη πλειοψηφία ανησυχεί ότι θα βλάψει τις επόμενες γενιές.

Ταυτόχρονα, η έρευνα αποκαλύπτει μεγάλα χάσματα μεταξύ των χωρών του Παγκόσμιου Βορρά και του Παγκόσμιου Νότου σχετικά με την έκθεση στην κλιματική κρίση. Οι άνθρωποι που συμμετείχαν στην έρευνα στον Παγκόσμιο Βορρά έχουν διπλάσιες πιθανότητες να μην έχουν προσωπική εμπειρία από ακραία καιρικά φαινόμενα σε σχέση με τους ανθρώπους στον Παγκόσμιο Νότο (43% και 19% αντίστοιχα). Η διαπίστωση αυτή συνάδει με τα δεδομένα σχετικά με την υψηλή ευαλωτότητα στην κλιματική κρίση ορισμένων από τις χώρες που έχουν κάνει ελάχιστα για να την προκαλέσουν.[2][3]

March to End Fossil Fuels in New York. © Tim Aubry / Greenpeace
Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) έχει επιβεβαιώσει ότι η καύση ορυκτών καυσίμων για περισσότερο από έναν αιώνα αποτέλεσε βασικό παράγοντα της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1,1°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. © Tim Aubry / Greenpeace

Η επιβολή ενός δίκαιου φόρου για τις κλιματικές ζημίες στην εξόρυξη ορυκτών καυσίμων από τις χώρες του ΟΟΣΑ – που προτείνεται από την οργάνωση Stamp Out Poverty και υποστηρίζεται από 100 ΜΚΟ, συμπεριλαμβανομένης της διεθνούς Greenpeace – είναι ένα παράδειγμα φόρου στις μεγάλες εταιρείες-ρυπαντές. Αυτό θα μπορούσε να αποφέρει 900 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2030, με βάση έναν αρχικό χαμηλό συντελεστή 5 δολαρίων, ο οποίος θα αυξανόταν κατά 5 δολάρια ετησίως στη συνέχεια. Ένα τέτοιο έσοδο θα ήταν ζωτικής σημασίας για το ετήσιο κόστος των ζημιών και των απωλειών που σχετίζονται με την κλιματική κρίση, το οποίο εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 290-580 δισ. δολάρια έως το 2030 στις χώρες με χαμηλό εισόδημα, καθώς και για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.

Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) έχει επιβεβαιώσει ότι η καύση ορυκτών καυσίμων για περισσότερο από έναν αιώνα αποτέλεσε βασικό παράγοντα της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1,1°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα[4].

Τα αποτελέσματα της έρευνας αναδεικνύουν την υποστήριξη και τη συμφωνία σε όλες τις χώρες για το γεγονός ότι πρέπει να πληρώσουν οι ρυπαντές, όπως έδειξαν και άλλες έρευνες κοινής γνώμης που δημοσιεύθηκαν φέτος, όπως η έρευνα Earth for All 2024[5].

Σημειώσεις για συντάκτες:[1] Opinium Research: Έρευνα: Η Greenpeace συνεργάστηκε με την Opinium Research για τη διεξαγωγή αυτής της έρευνας. Η Opinium Research διενήργησε δημοσκόπηση σε 8.000 ενήλικες στην Αυστραλία, την Αργεντινή, τη Γαλλία, το Μαρόκο, τις Φιλιππίνες, τη Νότια Αφρική, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ (1.000 ανά χώρα), χρησιμοποιώντας διαδικτυακή μεθοδολογία και ένα εθνικά αντιπροσωπευτικό δείγμα με βάση την ηλικία, το φύλο και την περιοχή. Η έρευνα πεδίου διεξήχθη μεταξύ 9 και 24 Απριλίου 2024.

[2] Δεδομένα του δείκτη χωρών της Notre Dame Global Adaptation Initiative για την κλιματική ευπάθεια

[3] Πληροφορίες σχετικά με τις μεγάλες διαφορές στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ανά τον κόσμο είναι διαθέσιμες στο Our World in Data.

[4] IPCC, 2023: Κλιματική Αλλαγή 2023: Συνθετική έκθεση. Συμβολή των ομάδων εργασίας I, II και III στον 6ο Κύκλο αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή [Core Writing Team, H. Lee & J. Romero (eds.)]. IPCC, Γενεύη, Ελβετία, σσ. 35-115 https://www.ipcc.ch/report/ar6/syr/

[5] IPSOS: Η πλειονότητα στις χώρες της G20 υποστηρίζει την ευρύτερη μεταρρύθμιση των πολιτικών και οικονομικών συστημάτων