Στη Λέσβο οι τοπικές κοινωνίες ήταν οι πρώτες που σήκωσαν το βάρος της προσφυγικής κρίσης και έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους και παραπάνω για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που φτάνουν εκεί. Οι κάτοικοι της Σκάλας Συκαμινιάς και του Μόλυβου είναι απλοί άνθρωποι, καθημερινοί ήρωες που πολλές φορές άφησαν πίσω τις δουλειές τους για να κάνουν τη ζωή αυτών που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και την κακοποίηση λίγο πιο εύκολη. Γνωρίζουν την έννοια του εθελοντισμού καλύτερα από πολλούς άλλους.

Ο Κωνσταντίνος, ψαράς χαμηλής έντασης, ο Γιώργος, κτηνοτρόφος από τη Σκάλα Συκαμιάς, η Μελίντα, ιδιοκτήτρια εστιατορίου, η Ισμήνη, ιδιοκτήτρια καταστήματος τουριστικών ειδών, η Αφροδίτη και ο Παναγιώτης που έχουν ξενοδοχείο στο Μόλυβο, είναι μόνο μερικοί από τους πολύ σπουδαίους ανθρώπους του νησιού που στάθηκαν στο πλευρό μας κατά τη διάρκεια των διασώσεων ανθρώπων στη θάλασσα που πραγματοποιήσαμε με τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα. Αυτές είναι οι ιστορίες τους…

Ψαρεύοντας ζωές ανοιχτά της Λέσβου

«Ο περισσότερος πληθυσμός της Λέσβου ήταν μετανάστες και πρόσφυγες που έφτασαν εδώ από τα παράλια της Μικράς Ασίας. Σήμερα που το νησί μας αποτελεί πύλη εισόδου για εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Συρία βλέπω την τοπική κοινωνία να τους υποδέχεται με ανοιχτές αγκαλιές σαν να είναι δικοί τους άνθρωποι… Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι».

Ο Κώστας Πινδέρης, ψαράς από τη Σκάλα Συκαμιάς, καθημερινά παίρνει τη μικρή του ψαρόβαρκα, βγαίνει στα ανοιχτά και βοηθάει όσους πρόσφυγες αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Μαζί με άλλους ψαράδες από το νησί έχει σχεδόν εγκαταλείψει τη βασική δουλειά του, δηλαδή το ψάρεμα, και σπεύδει εκεί όπου υπάρχει ανάγκη.

«Έβλεπα που έπεφταν άνθρωποι στη θάλασσα, που βούλιαζαν βάρκες. Δεν μπορώ να βλέπω ανθρώπους να πνίγονται ή να πέφτουν στη θάλασσα και να κολυμπάνε χωρίς να ξέρουν και να μη τους βοηθήσω. Δεν γίνεται… Αναγκαστικά άφηνα τη δουλειά μου για να βοηθήσω ανθρώπους». Ο Κώστας έχει σώσει αρκετό κόσμο. Κάθε φορά που βγάζει πρόσφυγες σώους στη στεριά, τον αντιμετωπίζουν σαν σωτήρα τους. Του σφίγγουν θερμά το χέρι και τον κοιτούν μέσα στα μάτια με απέραντη ευγνωμοσύνη. Όπως λέει ο ίδιος, «αν βλέπεις τον άλλον που ζητάει βοήθεια πας να βοηθήσεις. Τα παρατάς όλα και τρέχεις να σώσεις ζωές. Αυτό έκανα συνέχεια, ειδικά το 2015. Έσωζα ζωές. Δεν ψάρευα ψάρια, ψάρευα ανθρώπινες ζωές».

Ιστορίες που φέρνουν δάκρυα στα μάτια

Η Μελίντα ζει στον Μόλυβο και λέει ότι «είμαστε περίπου 1.000 κάτοικοι και έχουν περάσει από τα χέρια μας 180.000 άτομα». Η οικονομική κρίση και οι δυσκολίες έχουν κάνει αρκετούς να «σκέφτονται να φύγουν από το νησί για το εξωτερικό, δηλαδή και εμείς οι ίδιοι γινόμαστε πρόσφυγες».

Όμως, δεν σταματούν να βοηθούν. Η Μελίντα βοηθάει τους πρόσφυγες γιατί είναι άνθρωποι που «όταν ήταν στη Συρία ήταν σίγουροι ότι θα πεθάνουν. Στο δρόμο υπάρχει μία ελπίδα να ζήσουν».

 Βλέπει καθημερινά συγκλονιστικές σκηνές μπροστά στα μάτια της που θα θυμάται για πάντα: «Θυμάμαι πάρα πολύ έναν άνθρωπο που είχε βουλιάξει το σκάφος του και κρατούσε τα δύο του παιδιά στα χέρια του για μιάμιση ώρα μέσα στο νερό. Τα παιδιά δεν τα κατάφεραν και έχασε και τη γυναίκα του εκείνη τη μέρα». Το ελληνικό φιλότιμο βρίσκεται εδώ, είναι η κινητήριος δύναμή τους. Σύμφωνα με τη Μελίντα, «το φιλότιμο είναι ελληνική λέξη, το έχει ο Έλληνας, το έχουμε εμείς, και είναι όλο αυτό που κάνουμε, που βοηθάμε τους πρόσφυγες». Το ελληνικό φιλότιμο είναι η ανθρωπιά, η αλληλοβοήθεια, η συμπόνια.

«Η καρδιά μου λέει ένα μόνο, βοηθήστε αυτούς τους ανθρώπους…»

Πώς νιώθουν άραγε οι κάτοικοι της Λέσβου όταν βοηθούν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που φτάνουν στο νησί; Ο Γιώργος Σοφιάνης, από τη Σκάλα Συκαμιάς, κάνει ό,τι μπορεί για τους ανθρώπους που έρχονται. Μας απαντάει ότι «αισθάνομαι μεγάλη ικανοποίηση και απλά μία ηρεμία. Μ’ αρέσει όταν βοηθάω. Ένα μωρό να βγάζω, έναν άνθρωπο να βρω, μου αρέσει πάρα πολύ. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν χάσει τα πάντα και το μόνο που έχουν να ρισκάρουν πια είναι η ίδια τους η ζωή. Γι’ αυτό δε μπορούμε να είμαστε απλοί παρατηρητές σε αυτή την κατάσταση. Πρέπει να συνεχίσουμε να κάνουμε ό, τι μπορούμε. Πρέπει και η Ευρωπαϊκή Ένωση να βοηθήσει επιτέλους αυτούς τους ανθρώπους». Ο Γιώργος, που ζει την κατάσταση καθημερινά, τονίζει ότι «η καρδιά μου λέει ένα μόνο, βοηθήστε αυτούς τους ανθρώπους όσο μπορείτε. Για να αφήσει κάποιος το σπίτι του, την περιουσία του, τα πράγματά του, τα πάντα και με ένα σακίδιο στην πλάτη να βγει να θαλασσοπνιγεί, δε νομίζω ότι είναι κάτι απλό. Άρα έχει χάσει τα πάντα και φεύγει να σωθεί. Γι’ αυτό όσο μπορείτε βοηθήστε. Έστω και ένα μικρό πράγμα να κάνουμε, και αυτό καλό είναι».

Η καθημερινότητα στον Μόλυβο είναι πολύ διαφορετική

«Η προσφυγική κρίση μας επηρέασε προς το καλύτερο». Έτσι νιώθει η Ισμήνη Αυγουστίδου, από τον Μόλυβο.

“Βγάλαμε την ανθρωπιά μας και βοηθήσαμε κάποιους ανθρώπους, δείξαμε ότι είμαστε κι εμείς μέρος αυτού του κόσμου που βασανίζεται. Βοηθάω τους πρόσφυγες γιατί είναι μια δικιά μου ανάγκη. Δεν μπορώ να αισθάνομαι ότι κάποιος έχει ανάγκη ή από ένα χαμόγελο ή από λεφτά και να μη βοηθάω. Ειδικά αυτούς τους ανθρώπους που έρχονται από πόλεμο. Θεωρώ ότι για να αισθάνομαι άνθρωπος πρέπει να βοηθήσω όποιον έχει ανάγκη. Ζώντας κάποιες δραματικές καταστάσεις και κάποιος που δε θέλει να βοηθήσει δε μπορεί να μη βοηθήσει. Μία μέρα βγήκαν πλοία γεμάτα πρόσφυγες που είχαν πέσει στη θάλασσα. Έκανε το λιμενικό διάσωση και τους έφερε στο λιμάνι.

Κάποιοι ήταν με υποθερμία, ανάμεσά τους παιδιά, μεγάλοι. Δόθηκε μία τρομερή μάχη μέχρι τις 02:30 τη νύχτα απ’ όλους, κατέβηκε όλος ο Μόλυβος, κι αυτοί που αντιδρούν, κι αυτοί που δε δέχονται την κατάσταση, κατέβηκαν όλοι, και προσπαθούσαν να ζεστάνουν τους πρόσφυγες, να τους τρίψουν, να τους αλλάξουν, να τους ντύσουν. Αυτό ήταν το φανταστικό ανθρωπιστικό πρόσωπο. Και το πιστεύω ότι ο Έλληνας είναι τέτοιος. Τότε ένιωσα τόση αλληλεγγύη με τους χωριανούς μου, τους αγαπώ όλους πάρα πολύ για την προσφορά τους αυτή γιατί ξέρω ότι αυτοί είναι».

Όλοι είναι ευπρόσδεκτοι σε αυτόν τον τόπο

«Θυμάμαι μία βάρκα που βοηθήσαμε να βγει στη στεριά», μας λέει ο Παναγιώτης Τριανταφύλλου, ξενοδόχος στον Μόλυβο.

«Μέσα σε αυτήν υπήρχε ένα προσφυγόπουλο με ειδικές ανάγκες που βρισκόταν σε αναπηρικό καροτσάκι. Μέσα στη βάρκα νεκροφόρα, όπως τις αποκαλώ, πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι! Ακόμα μου είναι πολύ δύσκολο να πιστέψω ότι μπόρεσε να ταξιδέψει έτσι. Όλοι στην περιοχή έχουμε βοηθήσει πρόσφυγες. Και τους βοηθάμε χρόνια τώρα, όχι μόνο τον τελευταίο χρόνο. Το θυμάμαι από παιδί, να βγαίνουν πρόσφυγες στην ακτή και να τρέχουμε να βοηθήσουμε. Όλοι έχουμε δώσει ζεστά ρούχα και τρόφιμα και όλοι έχουμε καθαρίσει τις παραλίες μας από πλαστικές βάρκες και σωσίβια. Όλοι έχουμε επηρεαστεί ψυχολογικά από αυτή την κατάσταση. Τα παιδιά μου βλέπουν βάρκα και ρωτούν αν έχει μέσα πρόσφυγες. Και είναι απλά ψαροκάικα…Όλοι είναι ευπρόσδεκτοι σε αυτόν τον τόπο. Οι πρόσφυγες δε θα σταματήσουν να έρχονται και σίγουρα χρειάζονται χέρι βοηθείας. Ωστόσο και όλοι εμείς οι ντόπιοι θα πρέπει να βγούμε δυνατοί από αυτή την κατάσταση και να βοηθηθούμε όσο γίνεται».

Βοηθάς με την καρδιά σου, χωρίς να περιμένεις ευχαριστώ

Η Αφροδίτη Βατή Μαριόλα, ξενοδόχος και δασκάλα αγγλικών στον Μόλυβο, θυμάται: «Από τις 28 Απριλίου που βγήκε η πρώτη βάρκα στην παραλία του ξενοδοχείου μας, βοηθάμε πρόσφυγες και μετανάστες full time. Αν υπολογίσουμε ότι καθημερινά βγαίνουν τουλάχιστον 7 με 8 βάρκες μόνο στην παραλία μας, μέχρι σήμερα έχουμε βοηθήσει χιλιάδες ανθρώπους. 6 με 7 ώρες την ημέρα, κάθε μέρα, απασχολούμαστε με τους πρόσφυγες και μετανάστες που καταφθάνουν στις παραλίες μας. Τους δίνουμε νερό, κάτι να φάνε, ζεστά ρούχα και μετά τους μεταφέρουμε με τα προσωπικά αυτοκίνητά μας στον Μόλυβο για να συνεχίσουν το ταξίδι τους στο κέντρο υποδοχής προσφύγων και μεταναστών στη Μυτιλήνη. Έχει πλέον αλλάξει η καθημερινότητά μας. Είμαστε συνεχώς σε επιφυλακή κοντά στις παραλίες και βοηθάμε όπως ο καθένας μπορεί τον κόσμο που βγαίνει. Όταν βλέπω μια βάρκα να πλησιάζει στην ακτή ξεχνάω τι έκανα και τρέχω να βοηθήσω. Ιδίως όταν βλέπω μέσα σ ’αυτές μικρά παιδιά, γυναίκες εγκύους και γέρους ανθρώπους… Δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος που δε θα βοηθούσε σε τέτοιες ακραίες καταστάσεις. Βοηθάς με την καρδιά σου, χωρίς να περιμένεις ευχαριστώ και ανταλλάγματα. Προσπαθείς να κάνεις τη ζωή των άλλων ευκολότερη βάζοντας τον εαυτό σου στη δική τους θέση. Δείχνεις κατανόηση για το τι περνάει ο άλλος. Αυτό για μένα είναι το ελληνικό φιλότιμο».