Τα δεδομένα από την έρευνα Greenpeace – ΕΙΠAΚ αποκαλύπτουν τη θερμική επιβάρυνση που βιώνουν τα ελληνικά νοικοκυριά μέσα στα ίδια τους τα σπίτια

Οι αμόνωτες κατοικίες είχαν σταθερά υψηλές θερμοκρασίες, μεταξύ 29 και 30°C, ήδη τις ημέρες πριν τον καύσωνα (18-20 Ιουλίου), ενώ τις ημέρες του καύσωνα (21-23 Ιουλίου) οι εσωτερικές θερμοκρασίες ανέβηκαν στους 30-32°C. Σε αυτές τις κατοικίες η θερμοκρασία παρέμενε ψηλά ακόμα και τις πρώτες πρωινές ώρες.  © Photo by Matheus Bertelli from Pexels

Με αφορμή τον πρώτο ισχυρό καύσωνα του Ιουλίου, η Greenpeace δίνει στη δημοσιότητα τα πρώτα δεδομένα από την έρευνα που πραγματοποιεί σε συνεργασία με το Ελληνικό Ινστιτούτο Παθητικού Κτιρίου σε 31 κατοικίες σε όλη τη χώρα. Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι εσωτερικές θερμοκρασίες σε αμόνωτα και ανεπαρκώς αναβαθμισμένα σπίτια έφτασαν έως και τους 34°C, ενώ μόνο οι παθητικές κατοικίες και εκείνες με ουσιαστική ενεργειακή αναβάθμιση διατηρούν σταθερά και χαμηλότερα επίπεδα θερμοκρασίας. Τα πρώτα συμπεράσματα υπογραμμίζουν την ανάγκη για βαθιές ενεργειακές παρεμβάσεις και πολιτικές στέγασης που θα προστατεύουν τους κατοίκους και θα ενισχύουν την κλιματική ανθεκτικότητα.

Με τον πρώτο έντονο καύσωνα του φετινού καλοκαιριού να βρίσκεται σε εξέλιξη, το ελληνικό γραφείο της Greenpeace δίνει στη δημοσιότητα τα πρώτα δεδομένα από την καταγραφή των θερμοκρασιών εντός κατοικιών σε διαφορετικές περιοχές της χώρας. Οι μετρήσεις πραγματοποιούνται στο πλαίσιο έρευνας που υλοποιείται την περίοδο αυτή σε συνεργασία με το Ελληνικό Ινστιτούτο Παθητικού Κτιρίου. Συμμετέχουν 31 κατοικίες σε Κοζάνη, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Πάτρα, Αθήνα και Κρήτη, όπου αποτυπώνονται σε πραγματικό χρόνο οι συνθήκες διαβίωσης σε τρεις κατηγορίες κατοικιών: σε τυπικά αμόνωτα σπίτια, σε σπίτια που έχουν υποστεί κάποια μορφή ενεργειακής αναβάθμισης και σε κατοικίες που έχουν χτιστεί σύμφωνα με το πρότυπο του παθητικού κτιρίου.

Η καταγραφή περιλαμβάνει θερμοκρασίες, σχετική υγρασία και άλλες κρίσιμες παραμέτρους που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής και θα συνεχιστεί μέχρι τα μέσα Αυγούστου. Στόχος της έρευνας είναι αφενός να αναδειχθεί η έκταση της έκθεσης των ελληνικών νοικοκυριών στις υψηλές θερμοκρασίες και αφετέρου να συμβάλει στη διαμόρφωση τεκμηριωμένων πολιτικών για την προστασία της υγείας και της ευημερίας των πολιτών. Τα τελικά αποτελέσματα της έρευνας θα δημοσιοποιηθούν στο τέλος του έτους.

Τα δεδομένα για την περίοδο 18-23 Ιουλίου δείχνουν ότι:

Τα πρώτα αυτά δεδομένα από την έρευνά μας επιβεβαιώνουν πως τα σπίτια μας χρειάζονται ριζικές ενεργειακές αναβαθμίσεις για να καταφέρουν να αντισταθούν στις έντονες εξωτερικές θερμοκρασίες και να προστατεύσουν ουσιαστικά τους κατοίκους,” δήλωσε η Ηλέκτρα Μαντσίνι, συντονίστρια της έρευνας για την ενεργειακή φτώχεια στο ΕΙΠAΚ. “Οι ήπιες ενεργειακές αναβαθμίσεις, που αποτελούν και την πλειοψηφία των έργων ενεργειακής αναβάθμισης στη χώρα μέχρι τώρα, δεν προσφέρουν κάποιο σημαντικό αποτέλεσμα,” συμπλήρωσε.

O Kώστας Καλούδης, υπεύθυνος της εκστρατείας για το κλίμα και την ενέργεια στο ελληνικό γραφείο της Greenpeace, τονίζει ότι “τα ευρήματα από τις πρώτες μέρες του καύσωνα του Ιουλίου δείχνουν σαφώς πως η θερμική δυσφορία είναι μία καθημερινή εμπειρία στους χώρους που προορίζονται περισσότερο από κάθε άλλον να μας κάνουν να αισθανόμαστε ασφαλείς, άνετοι και προστατευμένοι, δηλαδή στα σπίτια μας. Οι επιπτώσεις της θερμικής δυσφορίας συνδέονται άμεσα με τη σωματική και ψυχική υγεία και την ποιότητα ζωής σε όλα τα νοικοκυριά, αλλά κυρίως όσων ζουν σε θερμικά υποβαθμισμένα κτίρια, χωρίς μόνωση, με ανεπαρκή συστήματα παθητικής και ενεργητικής ψύξης. Είναι απόλυτη ανάγκη να υιοθετηθούν πολιτικές που θα συμβάλουν στην προσαρμογή στις αναπόφευκτες συνέπειες της κλιματικής κρίσης, και που ταυτοχρόνως θα μειώνουν την ανάγκη κατανάλωσης ενέργειας για ψύξη, ώστε όλοι να μπορούν να διαβιούν με αξιοπρεπείς και βιώσιμες συνθήκες στα σπίτια τους”.

Σημειώσεις προς συντάκτες