Μια άστοχη αντίδραση στον πόλεμο του Πούτιν

"Peace - Not Oil” Protest in Bremen. © Axel Heimken / Greenpeace
© Axel Heimken / Greenpeace

Κατά τη διάρκεια της Συνόδου των 27 χωρών της ΕΕ στις Βρυξέλλες στις 24 & 25 Μαρτίου, μαζί με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Joe Biden, για να αποφασίσουν περαιτέρω μέτρα ως απόκριση στην εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, οι ηγέτες ταυτόχρονα έψαχναν εναλλακτικούς προμηθευτές για να διαιωνίσουν τη χρήση ορυκτών καυσίμων, την πυρηνική ενέργεια και τη βιομηχανική γεωργία, ενώ υπαναχωρούν στη λήψη μέτρων που θα αντιμετώπιζαν την κλιμακούμενη κλιματική κρίση και την κατάρρευση της βιοποικιλότητας, προειδοποιεί η Greenpeace. 

*Εδώ οπτικοακουστικό υλικό από διαμαρτυρίες ενάντια στα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα από τη Ρωσία*

“Αντί να σταματήσουν να χρηματοδοτούν τον πόλεμο του Πούτιν και τον εθισμό της Ευρώπης στα ορυκτά καύσιμα, οι κυβερνήσεις μας αποφάσισαν να “ψωνίσουν” από άλλους “δεσπότες”. Όμως το να αλλάξουμε την παροχή ορυκτών καυσίμων από τη Ρωσία στο Αζερμπαϊτζάν και τη Σαουδική Αραβία, ενώ προστατεύουμε από τις κυρώσεις τις ρωσικές εξαγωγές ουρανίου στην Ευρώπη, δεν θα φέρει ειρήνη και ασφάλεια. Τα ορυκτά καύσιμα ιστορικά συνδέονται με τις συγκρούσεις και τον πόλεμο – από όπου κι αν προέρχονται, οι κυβερνήσεις πρέπει να απεξαρτηθούν από αυτά όσο πιο γρήγορα γίνεται, όχι να ψάχνουν για νέους παρόχους. Οι ηγέτες μας οφείλουν να προωθήσουν μαζικό σχέδιο οικιακής εξοικονόμησης ενέργειας, ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και καθαρών δημόσιων συγκοινωνιών, ενώ ταυτόχρονα να προστατέψουν τους πιο ευάλωτους της κοινωνίας μας και να διασφαλίσουν ότι οι αγρότες της Ευρώπης θα παράγουν τροφή για τους ανθρώπους, όχι για τις βιομηχανικές κτηνοτροφικές φάρμες.” δήλωσε ο Jorgo Riss, Γενικός Διευθυντής του ευρωπαϊκού γραφείου της Greenpeace

Η ΕΕ συνεχίζει να χρηματοδοτεί τον πόλεμο στην Ουκρανία μέσω των εισαγωγών ρωσικού λιγνίτη, πετρελαίου και αερίου. Μόνο για τις εισαγωγές πετρελαίου, η ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο στέλνουν σχεδόν 200 εκατομμύρια ευρώ στη Ρωσία κάθε μέρα. Η πυρηνική βιομηχανία της Ευρώπης επίσης βασίζεται στη Ρωσία για περίπου το ¼ της παροχής εμπλουτισμένου ουρανίου, με την ρωσική κρατική εταιρεία Rosatom (που ως τώρα έχει εξαιρεθεί από τις κυρώσεις) να επενδύει στην κατασκευή, τη συντήρηση και την απόρριψη ραδιενεργών αποβλήτων για ευρωπαϊκούς πυρηνικούς αντιδραστήρες σε αρκετές χώρες της ΕΕ.

Μέχρι τώρα, παρά την έντονη ρητορική από τους πολιτικούς και μία σειρά κυρώσεων από την ΕΕ, σχεδόν κανένα σημείο των συμφωνιών αυτών δεν έχει επηρεαστεί.

Peace - not Oil - Protest against Russian Oil in Poland. © Greenpeace
© Greenpeace

Αντί γι’ αυτό, με τις ευλογίες της Ευρώπης, το καθεστώς του Αζερμπαϊτζάν πρόκειται να διπλασιάσει τις εξαγωγές αερίου του τα επόμενα χρόνια, ενώ αρκετές κυβερνήσεις της ΕΕ έχουν δεσμευτεί ότι θα δημιουργήσουν εγκαταστάσεις για υγροποιημένο αέριο, ώστε να αυξήσουν τις εξαγωγές από το Κατάρ και τις ΗΠΑ, κάτι που θα κρατούσε την Ευρώπη εξαρτημένη από τα ορυκτά καύσιμα για δεκαετίες.

Όσο οι κυβερνήσεις της ΕΕ σκέφτονται νέες κυρώσεις και “γλυκοκοιτάζουν” την απόλυτη μοναρχία της Σαουδικής Αραβίας ως εναλλακτικό πάροχο, ο ενεργειακός γίγαντας Saudi Aramco ανακοίνωσε ότι διπλασίασε τα κέρδη του εν μέσω ενεργειακής κρίσης. Την ίδια στιγμή, οι κυβερνήσεις της ΕΕ ανακοίνωσαν μείωση στον φόρο καυσίμων, κάτι το οποίο ωφελεί δυσανάλογα το πλουσιότερο κομμάτι της κοινωνίας και παρατείνει την εξάρτησή μας στα ορυκτά καύσιμα.


Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε επίσης οικονομική βοήθεια 500 εκατομμυρίων ευρώ σε αγρότες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τις ζωοτροφές, οι οποίες χρησιμοποιούνται κυρίως σε βιομηχανικές φάρμες, και με τις προμήθειες συνθετικών λιπασμάτων εξαιτίας του πολέμου, καθώς και συγκεκριμένη βοήθεια για τον τομέα παραγωγής χοιρινού κρέατος, ώστε οι τιμές να παραμείνουν υψηλές.

Η Επιτροπή, την οποία στήριξαν αρκετές κυβερνήσεις, υποστήριξε επίσης ότι θέλει να χαλαρώσει τα υφιστάμενα περιβαλλοντικά μέτρα ώστε να ενθαρρύνει τους αγρότες να καλλιεργήσουν περισσότερη ζωοτροφή για την παραγωγή βιομηχανικού κρέατος, και να καθυστερήσει την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής πράσινης συμφωνίας, κάτι το οποίο προωθούν και τα λόμπι της βιομηχανικής γεωργίας.