Έχοντας πια επιστρέψει στο γραφείο της Greenpeace και στο χαοτικό κέντρο της Αθήνας, οφείλω να ομολογήσω ότι το μυαλό μου ταξιδεύει ακόμη στην πρόσφατη επίσκεψή μας στις Κυκλάδες. Το σώμα μου κάνει όλες τις αυτονόητες, μηχανικές κινήσεις που κάνει κάποιος όταν ξαναμπαίνει στο γραφείο του: το άνοιγμα του υπολογιστή, το τσεκάρισμα των emails, τις συναντήσεις με τους συναδέλφους… Το μυαλό μου όμως δεν ακολουθεί.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που πήγα σε αυτή την περιοχή και όλες οι συναντήσεις μου με τον κόσμο και τους ντόπιους ψαράδες ήταν συγκινητικές και ιδιαίτερες. Κάθε φορά όμως, η εμπειρία είναι διαφορετική και οι άνθρωποι των νησιών αυτών δεν παύουν ποτέ να με εκπλήσσουν ευχάριστα, να με συγκινούν και να με εμπνέουν. Και αυτή τη φορά, τα παραδείγματα ήταν πολλά!
Θα ξεκινήσω από την Τήνο όπου πίστευα ότι οι περισσότεροι ψαράδες του νησιού είναι μιας μεγαλύτερης ηλικίας που σιγά σιγά σταματούν τη δουλειά, με αποτέλεσμα το επάγγελμα να αργοπεθαίνει (κάτι που άλλωστε συμβαίνει σε όλη την Ελλάδα, λόγω της μείωσης των ψαριών και ως εκ τούτου της απόφασης νέων ανθρώπων να μην ακολουθήσουν το επάγγελμα). Μέσα σε ένα χρόνο όμως, τα δεδομένα στην Τήνο άλλαξαν. Πολλοί νέοι επέστρεψαν στο νησί τους και πήραν το καΐκι του πατέρα τους, λόγω της οικονομικής κρίσης και της αδυναμίας τους να βρουν δουλειά στις πόλεις. Αν και λυπηρό το γεγονός που τους οδήγησε σε αυτή την απόφαση, είναι ταυτόχρονα αισιόδοξο ότι νέοι άνθρωποι, που κοιτούν μπροστά προς το μέλλον και δεν μένουν μόνο στο παρόν, μπαίνουν στο επάγγελμα και υποστηρίζουν πολύ θερμά την πρόταση της Greenpeace να δημιουργηθεί θαλάσσιο καταφύγιο.
Και στη Σύρο όμως, όπως και στην Άνδρο, η ανταπόκριση ήταν καταλυτική για τη συνέχεια της πολύχρονης εκστρατείας μας στις Κυκλάδες. Τοπικοί φορείς και πολιτικοί, καταδυτικοί σύλλογοι, ιδιοκτήτες τουριστικών μαγαζιών και ντόπιοι αναζητούν απεγνωσμένα μια λύση για τη θάλασσα, τον τουρισμό και τον τόπο τους. Δεν τάχθηκαν απλά υπέρ της πρότασής μας για θαλάσσιο καταφύγιο, αλλά συμφώνησαν μαζί μας και σε επόμενα βήματα κοινής δράσης.
Η πιο αστεία και αποκαλυπτική (για τις μαγειρικές μου επιδόσεις) στιγμή του ταξιδιού, ήταν όταν μαγείρεψα μαζί με τους εθελοντές την κακαβιά που μας είχε μάθει μία μέρα πριν ο Δημήτρης, παράκτιος ψαράς της Άνδρου. Μαγειρεμένη με ψάρια που έπιασαν οι ψαράδες της περιοχής, τα οποία δεν είναι τόσο γνωστά και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα σε γεύση και θρεπτικές ουσίες από τα δημοφιλή που υπεραλιεύονται, την προσφέραμε το βράδυ στον κόσμο του νησιού. Όταν λοιπόν ένας πρώην ταβερνιάρης την αποκάλεσε ως «την καλύτερη σούπα που έχει φάει ποτέ», τότε θα έλεγα πως ο μαθητής έγινε δάσκαλος! (Συγγνώμη Δημήτρη!)
Το τηλέφωνο χτυπάει… Είναι μια δημοσιογράφος για μία συνέντευξη. Πίσω λοιπόν στην πραγματικότητα. Δεν στεναχωριέμαι όμως. Εμπνέομαι από αυτούς τους ανθρώπους και παίρνω ώθηση για να δουλέψω σκληρά στην Αθήνα ώστε να μεταφέρω το αίτημά τους στη μέση αλιεία που αδειάζει τις θάλασσές μας από ζωή, αλλά και τους πολιτικούς που οφείλουν να προστατεύσουν τη θάλασσά μας! Εξάλλου, έχω και μια παρηγοριά… Σε μερικές μέρες φεύγω για Κύθνο και Μύκονο για να συνεχίζω τη δράση της Greenpeace για το θαλάσσιο καταφύγιο!