Ο πόλεμος δεν είναι ευκαιρία κερδοφορίας
Η βάναυση εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει οδηγήσει σε εκτεταμένη σύρραξη και ολέθρια ανθρωπιστική κρίση, προκαλώντας άπειρα δεινά στους ανθρώπους που σκοτώνονται, τραυματίζονται, αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και βιώνουν τη φρίκη και τον παραλογισμό του πολέμου. Ταυτόχρονα, επηρέασε την παραγωγή και διακίνηση των αγροτικών προϊόντων και επιτάχυνε την επισιτιστική κρίση, αποκαλύπτοντας τόσο τις αδυναμίες και αδικίες του παγκόσμιου και ευρωπαϊκου αγροδιατροφικού συστήματος όσο και τη διαφθορά και τη βία που κρύβεται πίσω από το ενεργειακό σύστημα.
Τους τελευταίους μήνες, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, διαπιστώθηκαν ξανά δύο αλληλένδετα ζητήματα που σχετίζονται με τη ζωή και την ασφάλεια όλων μας και απαιτούν επείγουσες πολιτικές λύσεις: απεξάρτηση από πετρέλαιο, αέριο και υπόλοιπα ορυκτά καύσιμα που πυροδοτούν πολέμους και καταστρέφουν το κλίμα, και ριζική αναδιαμόρφωση του αγροδιατροφικού μοντέλου ώστε να εξασφαλίζει επαρκή, θρεπτική τροφή, σε προσιτές τιμές για όλους τους ανθρώπους του πλανήτη, ειδικά σε περιόδους κρίσεων.
Αυτό δεν είναι εξωπραγματικό ούτε θεωρητικό, είναι απόφαση και υλοποίηση αγροτικής πολιτικής που βάζει στο επίκεντρο τη ζωή, την υγεία, την τροφή, το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Ο τρόπος για να το πετύχουμε αυτο είναι οι επτά προτάσεις για χάραξη πολιτικής που δημοσιεύουμε σήμερα, οι οποίες διασφαλίζουν ουσιαστική επισιτιστική ασφάλεια στην Ευρώπη, άρα και στην Ελλάδα.
Τι ακριβώς συμβαίνει στο αγροδιατροφικό
Όπως συνέβη με την πανδημία Covid-19, έτσι και τώρα, απειλούμαστε με σοβαρότατες ελλείψεις που θα πλήξουν τη διατροφική μας ασφάλεια και θα έχουν αντίκτυπο σε ολόκληρο τον πλανήτη με διαφορετικές επιπτώσεις σε κάθε ήπειρο, ενώ βλέπουμε τις τιμές των τροφίμων να εκτοξεύονται στα ύψη. Συμφωνα με τον ΟΗΕ, τον Μάρτιο του 2022, οι τιμές των τροφίμων έφτασαν στα υψηλότερα επίπεδα τους. Οι τιμές αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται παγκοσμίως.
Στην Ευρώπη (άρα και στην Ελλάδα), ο αγροδιατροφικός τομέας διαταράχτηκε λόγω της εξάρτησης από τις ρωσικές και ουκρανικές εξαγωγές δημητριακών, σπορελαίων, λιπασμάτων και αερίου, που σταμάτησαν λόγω πολέμου. Ολόκληρος ο ευρωπαϊκός αγροτικός τομέας εξαρτάται από τις εισαγωγές φωσφορικού άλατος και ορυκτού αερίου (χρησιμοποιείται για την παραγωγή συνθετικών λιπασμάτων που αποτελούν θεμέλιο της σύγχρονης βιομηχανικής γεωργίας) από Ρωσία, καλίου από Λευκορωσία και σιτηρών και σπορελαίων από Ρωσία και Ουκρανία!
Πώς φτάσαμε λοιπόν να απειλούμαστε από επισιτιστική κρίση σε έναν πλανήτη που κάθε χρόνο πετάει το 30% της παραγόμενης τροφής (αξίας περίπου $940 δις τον χρόνο!); Και το άλλο παράδοξο και παράλογο: μιλάμε για ανεπάρκεια σιτηρών για ανθρώπινη κατανάλωση στην Ευρώπη, η οποία όμως προορίζει το 62% των σιτηρών της για ζωοτροφές και μόνο το 22%για ανθρώπους!
Πώς ταΐζονται οι φόβοι
Το οικονομικά και πολιτικά ισχυρό λόμπι της βιομηχανοποιημένης γεωργίας, με την ισχυρή του αντιπροσώπευση σε εθνικούς και ευρωπαϊκούς θεσμούς, χρησιμοποιεί τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη διεθνή αναταραχή που αυτός έχει προκαλέσει για να τροφοδοτήσει φόβους επιδείνωσης της επισιτιστικής ανασφάλειας στην Ευρώπη.
Σκοπός του είναι να προωθηθεί η αύξηση της παραγωγής (σε έναν πλανήτη που πετάει τρόφιμα), και να αναβληθούν και τελικά να καταλυθούν οι στόχοι για την υγεία, το κλίμα και το περιβάλλον, οι οποίοι διασφαλίζονται από την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, τη Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα και τη Στρατηγική “Από το Αγρόκτημα στο Πιάτο” (“Farm To Fork”) στην οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει στόχους για δραστική μείωση χρήσης φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων.
Τι πρέπει να γίνει
Η διάθεση τροφής είναι ήδη επαρκής για όλους, ειδικά στην Ευρώπη, όπου καταναλώνεται περίπου διπλάσια ποσότητα κρέατος σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο και σχεδόν τριπλάσια ποσότητα γαλακτοκομικών. Η αγροτική βιομηχανία εκμεταλλεύεται τους φόβους για επισιτιστική ανασφάλεια. Ο πλανήτης δεν χρειάζεται περισσότερα τρόφιμα, χρειάζεται δικαιότερη κατανομή, δυνατότητα πρόσβασης όλων στην τροφή, πρόσβαση των μικρών παραγωγών που εφαρμόζουν ήπιες μεθόδους στην αγορά και δραστική μείωση της σπατάλης.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει το αγροδιατροφικό της σύστημα και να το μετατρέψει σε βιώσιμο και ανθεκτικό, μεταβαίνοντας σε διατροφή βιώσιμη, τοπική, εποχική, βασισμένη στα όσπρια, τα φρούτα και τα λαχανικά. Χρειάζεται να σταματήσει η τρέχουσα μη βιώσιμη χρήση φυσικών πόρων, να καταργηθεί σταδιακά η εξάρτηση από εισροές, να μειωθεί η σπατάλη τροφίμων, να ελαχιστοποιηθεί η χρήση εδαφών για παραγωγή ζωοτροφής και βιοκαυσίμων, και να μειωθεί δραστικά η παραγωγή και κατανάλωση ζωικών προϊόντων. Εξάλλου εάν θέλουμε να συγκρατηθεί η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου, πρέπει να μειώσουμε κατά 70% το κρέας και τα γαλακτοκομικά μέχρι το 2030 και κατά 80% μέχρι το 2050.
Στην Ελλάδα γιατί δεν γίνεται τίποτα;
Στην Ελλάδα χρειαζόμαστε επείγουσα αγροτική πολιτική που προτεραιοποιεί κριτήρια διαφοροποίησης, βιωσιμότητας, ανθεκτικότητας και δικαιοσύνης ώστε οι παραγωγοί να παράγουν επαρκή, θρεπτική τροφή για όλους, ειδικά σε περιόδους κρίσεων. Το μοναδικό αγροτικό μοντέλο που μπορεί να εγγυηθεί διατροφική επάρκεια, κυριαρχία και ασφάλεια είναι εκείνο που στρέφεται σε τοπικά και διαφοροποιημένα αγροδιατροφικά μοντέλα και προωθεί κατανάλωση οσπρίων, φρούτων και λαχανικών τόπου και εποχής, δηλαδή Μεσογειακή Διατροφή, τόσο στα σπίτια όσο και σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους εστίασης.
Καλούμε την Ευρωπαϊκή Ένωση να πάρει αποφάσεις για ανθεκτικότερο και βιωσιμότερο αγροδιατροφικό μοντέλο και την ελληνική κυβέρνηση να τολμήσει να χαράξει αγροτική πολιτική που προτεραιοποιεί τη Μεσογειακή Διατροφή και την προστασία υγείας ανθρώπων και περιβάλλοντος. Δημοσιεύουμε σήμερα συγκεκριμένα μέτρα που συμβάλλουν τόσο στην άμεση στήριξη καταναλωτών τροφής και παραγωγών που χρησιμοποιούν ήπιες αγροτικές μεθόδους όσο και στη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα του αγροδιατροφικού μας συστήματος. Με τα μέτρα αυτά θα διασφαλιστεί η διατροφική μας ασφάλεια, θα εξασφαλιστεί ότι δεν θα πληρώσουν το τίμημα της έλλειψης σιτηρών οι πιο ευάλωτοι και το αγροδιατροφικό μας σύστημα θα γίνει πιο ανθεκτικό στις κρίσεις ώστε να παρέχει επαρκή, υγιεινή τροφή, σε προσιτές τιμές για όλους.